Το λυθρίνι δεν Θέλει κόπο… Θέλει τρόπο και δόλωμα…
Ανήκει στην οικογένεια των σπαρίδων (sparidae) και στο λεπτό και επίμηκες σώμα του συναντώνται όλες οι αποχρώσεις του ροζ, του κόκκινου και του ασημί. Το λυθρίνι είναι αδιαμφισβήτητα ένα από τα πιο όμορφα μικρά ψάρια που απαντάται στις ελληνικές θάλασσες και, μάλιστα, σε αφθονία. Παρότι ανήκει στα παμφάγα είδη, είναι αρκετά ιδιότροπο και επιλεκτικό στο θέμα της τροφής του.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους οι επίδοξοι αλιείς, καθώς για να πιάσει κανείς λυθρίνι θέλει προσοχή στην τεχνική ψαρέματος και στην επιλογή δολώματος. Με λίγα λόγια, στο λυθρίνι πρέπει να «προσφέρεις» αν όχι ζωντανό, τουλάχιστον φρέσκο δόλωμα, αλλάζοντας τακτικά τη δόλωση του αγκιστριού. Το μόνο σίγουρο είναι ότι από το φθινόπωρο τα λυθρίνια φτάνουν σε ικανοποιητικό βάρος και ο χειμώνας είναι η καλύτερη εποχή για αποδοτικές ψαριές.
Στα ρηχά
Από τον Ατλαντικό Ωκεανό (Νορβηγία, Μεγάλη Βρετανία), τα Κανάρια νησιά και, φυσικά, τη Μεσόγειο, το λυθρίνι είναι ένα ψάρι που απαντάται σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Για τις χώρες της Μεσογείου, μάλιστα, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, είναι ένα αλίευμα με μεγάλη εμπορική σημασία. Συναντάται συνήθως σε βάθος από 20 με 100 μέτρα, ενώ έχει εντοπιστεί και σε μεγαλύτερα βάθη 200-300 μέτρων, με τάση τον χειμώνα να βγαίνει σε παράκτιες περιοχές στα 15 μέτρα βάθος ή και σε πιο ρηχά νερά. Επιπλέον, το λυθρίνι μπορεί να το συναντήσουμε και μέσα σε λιμάνια (σ.σ. σε τέτοια σημεία μπορεί να φτάσει και στα 45 εκατοστά μήκος).
Όπως μας λένε ερασιτέχνες αλιείς, «το λυθρίνι ζει σε κοπάδια όπου για κατοικία τους προτιμούν τις τραγάνες (σ.σ. σκληρός, πετρώδης βυθός με αραιή βλάστηση από θαλασσόχορτα)». Αυτού του είδους οι βυθοί είναι και οι καλύτεροι για ψάρεμα λυθρινιού, ενώ όπως συμπληρώνουν «ανάλογα με το βάθος υπάρχουν και οι κατάλληλες ώρες για να βγάλεις λυθρίνια». Στα πιο ρηχά νερά ενδείκνυται το ψάρεμα, κυρίως, τις πρωινές ή τις απογευματινές ώρες, ενώ σε μεγαλύτερα βάθη τις μεσημεριανές και τις βραδινές ώρες.
Καθετή από σκάφος
Η καθετή από σκάφος θεωρείται η καλύτερη μέθοδος ψαρέματος και είναι συνυφασμένη με το λυθρίνι. Για να πιάσουμε το ψάρι της καθετής, λοιπόν, χρειάζεται αόρατη πετονιά τόσο για τη μάνα (βασική πετονιά 0,26 χιλιοστά) όσο και για τα παράμαλλα (πετονιά που δένεται πάνω στη μάνα από 0,22-0,25 χιλιοστά και μήκος 0,60-0,80 εκατοστά). Κατάλληλα αγκίστρια είναι τα μικρά με μικρό στέλεχος, ενώ για βαρίδια χρησιμοποιούμε τύπου καμπάνας για διπλάρι ή τύπου ελιάς περαστό για μονάγκιστρο. Παρά το μικρό του μέγεθος, το λυθρίνι είναι δυνατό ψάρι και απαιτεί υπομονή και προσοχή για να το ανεβάσουμε στη βάρκα και να μην το χάσουμε.
Παραγάδι
Το ψάρεμα λυθρινιού με παραγάδι πραγματοποιείται συνήθως από τα 25 μέτρα μέχρι τα 80 μέτρα βάθος και για να μην υπάρχουν τραυματισμοί στα χέρια από το τράβηγμα καλό είναι η μάνα να είναι πετονιά μεσαίας διαμέτρου, περίπου 0,80 χιλιοστά, και νάιλον. Τα κατάλληλα παράμαλλα είναι διαμέτρου 0,35 χιλιοστών και μήκους 1-1,30 εκατοστών. Κατάλληλα αγκίστρια για παραγάδι λυθρινιού είναι τα νούμερο 4, 5, 14 και 15. Το λυθρίνι μπορείς να το ψαρέψεις και με καλάμι από τη στεριά.
Δολώματα
Το λυθρίνι είναι ιδιότροπο ως ψάρι και δεν τσιμπάει εύκολα. Του αρέσουν τα εκλεκτά ζωντανά δολώματα ή όσο πιο φρέσκα και ποιοτικά μπορούμε να προμηθευτούμε. Επίσης, αν στο δόλωμα έχει ήδη επιτεθεί ένα άλλο ψάρι, το λυθρίνι δεν πρόκειται να ορμήσει και δεν είναι λίγες φορές που μπορεί «διακριτικά» να φάει το δόλωμά μας χωρίς να το πάρουμε χαμπάρι. Γι’ αυτό και ο ψαράς πρέπει να οπλιστεί με υπομονή.
Το ζωντανό καραβιδάκι και η μικρή γαρίδα είναι τα πλέον κατάλληλα δολώματα (κυρίως για την καθετή), ενώ στις δεύτερες προτιμήσεις του είναι το σκουλήκι σαμάρι, ο σωλήνας, το φρέσκο καλαμάρι, θράψαλο ή σουπιά (κυρίως για παραγάδι) και το ψαροδόλι.
Με λίγα λόγια
Το ερμαφρόδιτο (πρωτόγυνο) λυθρίνι ξεκινάει τη ζωή του ως θηλυκό φτάνοντας τα 13 εκατοστά μήκος, ενώ από τα 16 εκατοστά και μετά αλλάζει φύλο σταδιακά έως ότου φτάσει τα 23 εκατοστά, όπου το σύνολο του πληθυσμού είναι αρσενικά. Υπάρχει βέβαια και ένα αξιοσημείωτο ποσοστό, της τάξης του 17%, που παραμένει θηλυκό σε όλη του τη ζωή. Το σύνηθες μήκος του κυμαίνεται από 10 έως 30 εκατοστά, ενώ το βάρος του από 1 έως 3 κιλά.
Η αναπαραγωγή του διαρκεί από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, ενώ οι καιρικές συνθήκες προσδιορίζουν το εάν θα έχει μία ή δύο αναπαραγωγικές περιόδους. Σε περιοχές όπου επικρατούν μεγάλες περίοδοι βροχόπτωσης (συνθήκες που αγαπούν τα λυθρίνια), παρατηρούνται δύο αναπαραγωγικές περίοδοι.