Συρτή Βυθού: Κατασκευή
Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΡΤΗΣ ΒΥΘΟΥ
Πρόκειται για μια από τις δύσκολες τεχνικές που απαιτούν εμπειρία στο θέμα και όχι μόνο. Απαιτεί χρόνο, κόπο, χρήμα, ώστε να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτελέσμα. Δύσκολη, λοιπόν, τεχνική αλλά, από την άλλη, τα θηράματα αξιόλογα, όπου ο εκάστοτε συρταδόρος επαινεί τον εαυτό του για τα αποτελέσματα. Τα ψάρια ποικίλουν, αφού έχουμε να κάνουμε με την αφρόκρεμα της θάλασσας. Οι συναγρίδες, σφυρίδες, ροφοί, στείρες, ακόμη και μεγάλα φαγκριά, είναι από τα πρώτα είδη που ο συρταδόρος ψάχνει να βρει. Η συρτή βυθού – άλλωστε βγαίνει από το όνομα – είναι η τεχνική κατά την οποία ψαρεύουμε κοντά σε πετρώδεις και ακανόνιστους βυθούς (ξέρες, μονόπετρα), σέρνοντας τεχνικά ή ζωντανά δολώματα. Η τεχνική αυτή επιτυγχάνεται μόνο με τη βοήθεια σκάφους, με τον παραδοσιακό τρόπο. Σίγουρα, τα τελευταία χρόνια, η τεχνολογία στα θέματα της τεχνικής αυτής οδήγησε στην κατασκευή βοηθητικών εργαλείων όπως οι καταβυθιστές (downriggers), ηλεκτρικά μηχανάκια κ.ά., που σίγουρα απλουστεύουν τα πράγματα. Οι συρτές αυτές ποκίλουν ανάλογα με το είδος κατασκευής τους. Παρακάτω θα δούμε έναν πολύ συνηθισμένο τρόπο κατασκευής συρτής βυθού, που σίγουρα είναι πολύ αποτελεσματικός.
Εργαλεία: Θα χρειαστούμε πετονιά καλής ποιότητας με διάμετρο 1.00 mm, δηλαδή 100άρα. Μπορείτε εδώ, αν θέλετε, να αυξήσετε τη διάμετρο και να πάει στα 1.20 mm. Σε περίπτωση που θέλετε να χρησιμοποιήσετε νήμα αντί για πετονιά, τότε ένα νήμα της τάξης των 120 lbs είναι αρκετό. Εδώ θα πρέπει να γνωρίζετε ότι τα δύο αυτά ψαρευτικά εργαλεία έχουν τα καλά τους και τα κακά τους. Με το νήμα μπορούμε εύκολα να αισθανθούμε και την παραμικρή τσιμπιά, σε αντίθεση με την πετονιά που λόγω της ελαστικότητάς της αδρανεί να μας δώσει το σήμα. Η πετονιά είναι πιο ανθεκτική από ό,τι το νήμα, λόγω ελαστικότητάς της. Επίσης, το νήμα σαφώς είναι ακριβότερο από ό,τι μια συνηθισμένη πετονιά. Πολλοί συρταδόροι κατασκευάζουν τις συρτές τους με συνδυασμό πετονιάς και νήματος. Ακολούθως, θα χρειαστούμε και τα βαρίδιά μας. Αυτά θα πρέπει να έχουν βάρος 150-160 γρ. Καλό θα είναι να τοποθετούμε βαρίδια με το ίδιο βάρος για να έχουμε έτσι σωστότερο υπολογισμό κατά το καλάρισμα της συρτής. Τα βαρίδια που προτιμούμε είναι τα δετά βαρίδια, τα οποία θα πρέπει να αριθμήσουμε. Αυτό επιτυγχάνεται με τη βοήθεια εργαλείων που ονομάζονται πόντες αριθμών. Αυτά εύκολα θα τα βρείτε σε καταστήματα που εμπορεύονται μηχανήματα και είδη οικοδομής. Για το ποντάρισμα θα χρειαστούμε επίσης και ένα μικρό σφυράκι. Αφού τα σημαδέψουμε, θα πρέπει, με τη βοήθεια μπογιάς χρώματος άσπρου ή άλλου, καθώς και με ένα πινελάκι, να χρωματίσουμε τους αριθμούς ώστε αυτοί να είναι περισσότερο ευδιάκριτοι. Το σωστό σημάδεμα είναι σημαντικό, γιατί βλέποντας τι αριθμός βαριδιού είναι στο νερό, αυτόματα γνωρίζουμε και σε τι βάθος περίπου βρίσκεται το δόλωμά μας. Τα βαρίδια δένονται επάνω στη μάνα ανα 5 οργιές (9 μέτρα) ξεκινώντας πάντα από το βαρίδι Νο 1 που έχετε ετοιμάσει. Εδώ θα πρέπει να γνωρίζετε ότι κάθε βαρίδι των 150 γρ. με 5 οργιές απόσταση από το άλλο, υπολογίζετε ότι βυθίζεται περίπου 2 μέτρα με μια μέση ταχύτητα σκάφους 3,1-3,4 κόμβους. Άρα, σκεπτόμενοι με αυτή την πρακτική, τότε υπολογίζουμε και το είδος της συρτής που θέλουμε να κατασκευάσουμε, ανάλογα με το βάθος. Για βάθη μέχρι 20 μέτρα θα χρησιμοποιήσουμε 10 βαρίδια. Για βάθη 40 μέτρων τότε θα τοποθετήσουμε 20 βαρίδια. Καλό θα είναι να τοποθετούμε και ενδιάμεσα στριφτάρια βαρέως τύπου, τουλάχιστον ανά 20 οργιές. Το παράμαλλο θα αποτελείται από πετονιά άριστης ποιότητας με διάμετρο 0,65-0,70 mm, ενώ το μήκος του περίπου 15 μέτρα. Το παράμαλλο θα δεθεί στο τελευταίο βαρίδι το οποίο θα είναι εφοδιασμένο με στριφτάρια.
Δολώματα: Εδώ τα δολώματα ποικίλουν, ανάλογα με τις ορέξεις των ψαριών. Αρχίζοντας με μια μεγάλη γκάμα τεχνητών δολωμάτων μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα σιλικονούχα ή τα πλαστικά. Τα χρώματά τους παίζουν βασικό ρόλο ανάλογα με το βάθος της θάλασσας, το βάθος που ψαρεύετε, τον καιρό που κάνει και τις ώρες που ψαρεύετε. Όπως καταλαβαίνετε, η επιλογή τού σωστού χρωματισμού έρχεται μετά από προσεκτική μελέτη τού κάθε τόπου αλλά και των συνηθειών των ψαριών. Μια βασική προϋπόθεση για τη σωστή επιλογή τεχνητού δολώματος είναι αν τα νερά είναι καθαρά ή θολά και σε τι βάθος θα ψαρέψουμε. Λένε ότι τα πιο πολλά ψάρια βλέπουν τα χρώματα κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ το βράδυ δεν έχουν την ικανότητα να καθορίσουν επακριβώς το χρώμα. Σύμφωνα με στατιστικές, τα πελαγίσια ψάρια έχουν ένα είδος αχρωματοψίας, ενώ έχουν ευαισθησία στο μπλε και στο κίτρινο. Αντίθετα, τα ψάρια που ζουν κοντά στις ακτές έχουν την ικανότητα να εντοπίσουν ποικιλία χρωμάτων. Πρέπει, τέλος, να γνωρίζουμε ότι όσο βαθύτερα ψαρεύουμε, τα χρώματα των τεχνητών μας αλλοιώνονται. Τα συνηθισμένα, κατά τη γνώμη μου, είναι τα ομοιώματα γόπας, σκουμπριού, με μήκος 12 cm, ενώ από σιλικονούχα προτιμάμε το καλαμάρι μήκους 14-16 cm. Σίγουρα, όμως, υπάρχουν πάρα πολλά είδη και σίγουρα δεν θα δυσκολευτείτε καθόλου. Σημαντικό δε είναι να πληροφορηθείτε για τα χαρακτηριστικά του τεχνητού πριν την αγορά. Τα τεχνητά έχουν μια θετική πλευστότητα από την κατασκευή τους, η οποία αναγράφεται και θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τους υπολογισμούς μας όταν καλάρουμε τη συρτή μας. Εάν, δηλαδή, θέλουμε να κατεβάσουμε τη συρτή μας σε βάθος 20 μέτρων και το τεχνητό δόλωμά μας έχει πλευστότητα 2 μέτρα, τότε θα ψαρεύουμε στα 18 μέτρα. Για τα ζωντανά δολώματα η σουπιά θεωρείται από τα καλύτερα, ενώ το καλαμάρι και οι γόπες θεωρούνται εξίσου καλά. Εάν πρόκειται να χρησιμοποιήσουμε νωπά, τότε η σουπιά, το καλαμάρι και μικρά χταποδάκια είναι αρκετά καλός μεζές για τα ψάρια.
Εύρεση του κατάλληλου βυθού και χειρισμοί: εδώ πρόκειται για ένα μεγάλο κεφάλαιο, που σίγουρα δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την τεχνική. Ο εφοδιασμός ενός κατάλληλου έγχρωμου βυθόμετρου με καλή ανάλυση είναι το αναγκαίο όργανο που θα μας δείξει τον ζητούμενο μορφολογικά βυθό. Θα πρέπει ο χειριστής να γνωρίζει καλά το όργανο και να το διαβάζει ώστε τα δολώματα της συρτής να δουλέψουν καλά. Το βυθόμετρο, εκτός των πληροφοριών που δίνει σχετικά με τη μορφολογία του βυθού, μας δίνει και το βάθος κατά τη συγκεκριμένη στιγμή, ώστε να μπορούμε εύκολα να καλάρουμε τη συρτή μας και να τη στρώσουμε σωστά. Επίσης, πολύ βασικό είναι να γνωρίζουμε και τις συνθήκες ρεύματος στην περιοχή και την κατεύθυνση, για να μπορούμε έτσι να κανονίζουμε και την κατάλληλη ταχύτητα του σκάφους. Εάν τα θαλάσσια ρεύματα είναι πλώρα του σκάφους, θα πρέπει να αυξήσουμε την ταχύτητά μας και, αντίθετα, αν το ρεύμα δρα από την πρύμνη, τότε θα πρέπει να ελαττώσουμε την ταχύτητά μας. H ρότα μας θα πρέπει όσο το δυνατό να είναι ευθεία· στροφές και αλλαγές πορείας θα πρέπει να αποφεύγονται όσο διαρκεί η τεχνική τής συρτής, αλλά σίγουρα η ασφάλειά μας είναι πάνω από όλα. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο το δόλωμά μας βρει βυθό, είτε τεχνητό είτε ζωντανό, θα πρέπει να ανεβάσουμε τη συρτή μας στο σκάφος και να γίνει έλεγχος ότι αυτά βρίσκονται σε θέση μάχης. Το ψάρεμα της συρτής δεν έχει σταθερό αποτέλεσμα. Οι λόγοι είναι πολλοί και μάλλον άγνωστοι. Αν υπάρχουν ψάρια, θα πιάσουμε· αυτός, άλλωστε, είναι και ο νόμος. Τι γίνεται, όμως, μετά από λίγη ώρα αποτυχίας; Εγκαταλείπουμε. Είναι λάθος, γιατί τις πιο πολλές φορές τα ψάρια έρχονται μαζεμένα το ένα πίσω από το άλλο. Πολλές ώρες συρτής, περισσότερες πιθανότητες να τσιμπήσουμε ψάρια. Γι’ αυτό, το ψάρεμα με την τεχνική της συρτής θέλει χρόνο και υπομονή. Θα πρέπει να πειραματιστούμε με διάφορες παραλλαγές και διάφορα είδη δολωμάτων, θα πρέπει να ψαρεύουμε και τις πρωινές και τις απογευματινές ώρες, να μελετάμε το κάθε τι, έτσι ώστε να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Καλό θα είναι για εμάς τους πρωτάρηδες του είδους να συμβουλευόμαστε παλαιότερους συρταδόρους, που θα μας μεταδώσουν τις εμπειρίες που έχουν και έτσι σίγουρα οι επιτυχίες μας θα είναι περισσότερες.