Φτιάχνω κοπανιστή
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και τις αρχές του ’70 γνώρισα έναν υπερήλικα Κυκλαδίτη, από αυτές τις ασκητικές φιγούρες που μοιάζουν εύθραυστες αλλά γρήγορα διαπιστώνεις πως η ψυχική τους δύναμη είναι εξωπραγματική.
Σε μια από τις συναντήσεις μας που συνολικά δεν ξεπέρασαν τις 10 σε ένα χρόνο, μου υπαγόρευσε την μέθοδο κατασκευής της κοπανιστής. Δήλωσε μάλιστα ότι αυτή την παραδοσιακή μέθοδο παρασκευής κοπανιστής εφάρμοζαν οι Μυκονιάτες. Ο ίδιος δεν ήταν, όμως θαρραλέα έλεγε ότι η Μυκονιάτικη κοπανιστή είναι η καλύτερη από όλες. Το γιατί δεν το ήξερε.Δεν έκανα ποτέ προσπάθεια να την φτιάξω, αν και είναι από τα πολύ αγαπημένα μου τυριά, όποτε βρίσκω ή μάλλον έβρισκα.
Θεωρώ υποχρέωσή μου να σας μεταφέρω τις σημειώσεις από την διήγηση του Γέροντα, έστω και χωρίς να ξέρω τι θα προκύψει αν προσπαθήσει κάποιος.Θεωρώ σωστό όμως ότι η συγκεκριμένη «τεχνική» ανήκει σε όλους και το ίδιο πίστευε και εκείνος.
Δεν ξέρω αν υπάρχουν και άλλες κατασκευαστικές λεπτομέρειες που αφορούν ενδεχόμενα σε τοπικές μικροδιαφοροποιήσεις στο τελικό προϊόν. Αν μεταξύ των αναγνωστών περιλαμβάνεται έστω και ένας γνώστης της τέχνης της κοπανιστής, ας μπει στον κόπο να μας πληροφορήσει περαιτέρω.Παρασκευή κοπανιστήςΠήζουμε γάλα με πυτιά από στομάχι, όπως πήζουμε την φέτα με τις εξής διαφορές:
Το ζύμωμα πρέπει να είναι καλό ώστε η μούχλα και το αλάτι να διαμοιρασθούν σε όλη τη μάζα, που έτσι αποκτά ενιαίο ροδοκύανο χρώμα. Το αλάτι το ρυθμίζουμε ώστε να μας ικανοποιεί στη γεύση (δοκιμάζοντας).
Μετά από 40 ημέρες, που μπορεί να φθάσουν και τις 60, η τυρόμαζα έχει αποκτήσει μοναδικά χαρακτηριστική γεύση, έντονα πιπεράτη.
Αυτή είναι πλέον η κοπανιστή.
Διατηρείται σε κλειστά σκεύη σε θερμοκρασία οριακά 15 βαθμούς ή στο ψυγείο.Ίσως αρκετοί από τους φίλους αναγνώστες έχουν γνώση και άποψη για την Μυκονιάτικη κοπανιστή, έτσι τουλάχιστον την έλεγαν μέχρι πριν λίγα χρόνια οι ταμπέλες σοβαρού τυροπωλείου. Δεν βρίσκω πια και δεν γνωρίζω αν υπάρχει και πού.
Η πραγματική κοπανιστή πάντως εκτός από πιπεράτη έχει και την γεύση που θυμίζει ροκφόρ και το ροδοκύανο χρώμα που οφείλεται στην πράσινο-μπλε μούχλα, της οποίας νομίζω ότι η επιστημονική της ονομασία είναι Πενικίλλιο το Γλαυκό.Να κλείσω το κείμενο με τρεις επισημάνσεις:
γάλα σε πλείστες αναλογίες. Πολύ συχνά συμμετέχει και το αγελαδινό. Η αναλογία στα γάλατα (έλεγε ο φίλος Κυκλαδίτης), εξαρτάτο από το τι γάλα μπορούσε να εξασφαλίσει ο κάθε ένας την εποχή που είχε χρονική ευχέρεια να τυροκομήσει
Όσον αφορά στην πυτιά βέβαια, σίγουρα κάνουν και οι χημικές του εμπορίου.
Το πολύ-πολύ, να είναι λιγότερο πιπεράτη η τελική γεύση.