Μία φάρμα για το μέλλον
Φυγή στο μέλλον για την ελληνική ύπαιθρο
Η περίπτωση ενός ολλανδού κτηνοτρόφου που διέθετε μια φάρμα με αγελάδες και έδειχνε απόλυτα ευτυχής, παρά το γεγονός ότι πουλούσε το γάλα του κάτω από το κόστος, αναφέρεται συχνά ως παράδειγμα από τους υπαλλήλους του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης που ασχολούνται με τα ευρωπαϊκά θέματα. Ο κτηνοτρόφος είχε κατορθώσει να μπει σε οκτώ διαφορετικά κοινοτικά προγράμματα που σχετίζονταν με τον αγροτουρισμό και την επίσκεψη σχολείων της περιοχής στη φάρμα του και έτσι τα χρήματα που έβγαζε δευτερογενώς ήταν πολλαπλάσια σε σχέση με εκείνα από την εμπορία των πρωτογενών του προϊόντων.
Για την Ελλάδα η διατροφή δεν είναι βιολογική ανάγκη αλλά πολιτισμική λειτουργία, ενώ των Ελλήνων οι κοινότητες είναι το κύτταρο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διεθνών αναλυτών ο παγκόσμιος πληθυσμός αστικοποιείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, άρα οι κατέχοντες γη στην ύπαιθρο δεν θα είναι απλώς οι νομείς του αγροτικού πλούτου αλλά και οι διαχρονικοί φορείς ενός εναλλακτικού τρόπου ζωής και μιας κουλτούρας που ήδη αποτελεί πολιτισμικό αγαθό και η πρόσβαση σε αυτό προνόμιο των λίγων.
Στον ελληνικό αγροτικό τομέα περισσεύει ο λαϊκισμός και στο άκουσμα των προγραμμάτων του Αγροτουρισμού (τα γνωστά Leader) κάποιοι αγροτοσυνδικαλιστές σχολίαζαν σκωπτικά ότι δεν πρόκειται να έρθουν τουρίστες στον κάμπο το καλοκαίρι με 40 βαθμούς Κελσίου για να θαυμάσουν τα στάρια και τα βαμβάκια… Θεωρείται- αδίκως- ο Αγροτουρισμός προνόμιο μόνο των ορεινών και ημιορεινών περιοχών της χώρας, το θαυμάσιο ανάγλυφο και το τοπίο των πανέμορφων βουνών της πατρίδας πάντα συγκινεί.
Είναι ενδεικτικό πως η τελευταία κοινοτική πρωτοβουλία Leader+ (προγραμματική περίοδος 2000- 2006) απογείωσε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές με δράσεις που αφορούσαν όχι μόνον ξενώνες και καταλύματα, αλλά και παραδοσιακά καφενεία, ταβέρνες, αρτοποιεία, δράσεις με ορεινή πεζοπορία, ορειβατικές δραστηριότητες, συνεταιρισμούς γυναικών για παραγωγή και εμπορία τοπικών προϊόντων, παραδοσιακά οινοποιεία και γενικά κάθε δραστηριότητα που σχετίζεται με την αειφόρο και ήπιας μορφής ανάπτυξη των ελληνικών χωριών. Το συνολικό κόστος του επιχειρησιακού προγράμματος ανήλθε περί τα 400 εκατ. ευρώ και το ύψος της δημόσιας δαπάνης στα 250 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων τα 180 εκατ. ευρώ η κοινοτική συμμετοχή).
Η αλήθεια είναι ότι τα προγράμματα Leader έχουν κάνει θαυμάσια δουλειά και ζωντάνεψαν ξανά λησμονημένες γωνιές της πατρίδας, στα ορεινά, τις οποίες ανακαλύπτουν περιηγητές και λάτρεις της ελληνικής φύσης και παράδοσης σε συνδυασμό πάντα με τα ντόπια προϊόντα. Ωστόσο μπορεί και ο κάμπος να συγκινήσει τους αστούς και να παρέχει εναλλακτικό τρόπο ζωής, αρκεί οι φάρμες να οργανωθούν με τρόπο ελκυστικό και να παρέχουν ένα σύγχρονο πακέτο άνετης διαμονής (οι ξενώνες επιδοτούνται γενναία) και κυρίως αγνών, φυσικών προϊόντων στην παραγωγική διαδικασία των οποίων θα μπορεί να συμμετέχει ενεργά και ο επισκέπτης. Η βασική ιδιαιτερότητα της μορφής αυτής τουρισμού στις ανεπτυγμένες αγροτουριστικά χώρες (Ισπανία, Γερμανία, Γαλλία) είναι πως βασίζεται σε φάρμες στην ύπαιθρο, κάτι το οποίο δεν έχει αναπτυχθεί στον αντίστοιχο βαθμό στην Ελλάδα, αν και διαθέτει μεγάλο αξιοποιήσιμο κεφάλαιο (λαϊκός και πολιτιστικός πλούτος, γεωφυσικά στοιχεία, κτλ.) και με τις κατάλληλες προσαρμογές και τα δεδομένα του ελληνικού τοπίου ο Ελληνικός Αγροτουρισμός μπορεί να βρεθεί σε ανταγωνιστική θέση συμβάλλοντας έτσι στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η χώρα μας έχει τις δυνατότητες με τα προγράμματα Leader να γίνει ο Leader του αγροτουρισμού στην Ευρώπη. Το μυστικό είναι ο επισκέπτης να γίνει από ουδέτερος παρατηρητής, ενεργά συμμετέχων σε μια σειρά από αγροτικές δραστηριότητες και να δεθεί με τη φύση και την παράδοση. Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας έχει αναπτυχθεί μια κουλτούρα γύρω από τα τοπικά προϊόντα ενώ τα έθιμα που συνδέονται με την παραγωγή τους πέρασαν από γενιά σε γενιά.
Είναι λοιπόν στο γονιδίωμα (το DΝΑ) και των ελλήνων αστών σκηνές από την ελληνική ύπαιθρο με το κούρεμα των προβάτων, τον θερισμό, την παραγωγή του τυριού ή της γιαούρτης, τον τρύγο και την απόσταξη, το μάζεμα και στη συνέχεια το πάτημα της ελιάς στο λιοτρίβι, ο αργαλειός και το γνέσιμο, η συλλογή του μελιού, και τόσες άλλες χαρακτηριστικές σκηνές των οποίων η αναβίωση αποτελεί ακόμη και στις μέρες μας μια ιεροτελεστία την οποία αποζητούν και οι μη μυημένοι…
Για τη χώρα μας η έννοια του αγροτουρισμού είναι αρκετά παρεξηγημένη. Η παραγωγή αγροτικών προϊόντων κουβαλά μια ιστορία 3.000 περίπου χρόνων. Η πρώτη αλκοολική ζύμωση που αναφέρεται από ιστορικές πηγές είναι το κρασί που έδωσε ο Οδυσσέας στον Πολύφημο. Τα περίφημα συμπόσια του Σωκράτη και του Πλάτωνα γίνονταν με οίνο από τα αττικά αμπέλια. Για την Ελλάδα οίνος σημαίνει Διόνυσος και τρόπος ζωής και πνεύμα…
Και όμως οι φίλοι μας οι Γάλλοι έχουν κατορθώσει να κάνουν το κρασί εθνικό προϊόν και μέρος της κουλτούρας τους, καίτοι η ιστορία τους υπολείπεται 2.000 χρόνων της ελληνικής. Αγροτουρισμός δεν σημαίνει μόνον μια βόλτα στο Πήλιο, στη Λίμνη Πλαστήρα, στις Πρέσπες, στο Μέτσοβο, στα Ζαγοροχώρια ή στη Δημητσάνα… Με την ανασφάλεια που διακατέχει τους καταναλωτές από τα διατροφικά σκάνδαλα, η επιστροφή στη ζωή του χωριού και στα αγνά παραδοσιακά προϊόντα που θα παράγονται μπροστά στα μάτια των επισκεπτών, πολύ δε περισσότερο με την ενεργό συμμετοχή τους, και στη συνέχεια θα καταναλώνονται από τους ίδιους είναι ταυτόχρονα και μια θριαμβευτική επιστροφή στα νάματα του Τζον Λοκ και στα χρόνια της αθωότητας…
Για την ελληνική ύπαιθρο ο αγροτουρισμός είναι και θέμα επιβίωσης καθώς προσθέτει εναλλακτικό εισόδημα και αναδιανέμει τον πλούτο που συγκεντρώνεται στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ακόμη και στον κάμπο στα «καραγκουνοχώρια» δεν είναι μακρινή η εποχή όπου οι αθηναίοι αστοί θα επισκέπτονται ξενώνες λιτούς και απέριττους με όλες ωστόσο τις ανέσεις, όπου θα μπορούν να απολαύσουν τα Χριστούγεννα τις γουρονοχαρές, το παραδοσιακό λουκάνικο ή την πρασοτηγανιά σε συνδυασμό με την αυθεντική φιλοξενία, την άνετη διαμονή, τα παραδοσιακά ήθη και έθιμα. Αν κατ΄ ευφημισμόν οι Ελληνες είναι τα γκαρσόνια της Ευρώπης, οι έλληνες αγρότες μπορούν να γίνουν τα γκαρσόνια των αστών-γκαρσονιών… Αν είναι όμως να γίνουμε «γκαρσόνια» τότε θα πρέπει να γίνουμε σωστά «γκαρσόνια» παρέχοντας υπηρεσίες ανταγωνιστικές.
Είναι αλήθεια ότι η εγχώρια τουριστική βιομηχανία στήθηκε γύρω από τα νησιά μας που αποτελούν τη «βιτρίνα», τη «λοκομοτίβα» αυτής της βιομηχανίας. Το προϊόν αυτό όμως από μόνο του είναι παρωχημένο και το ανταγωνίζονται πλέον και άλλες μεσογειακές χώρες με καλύτερες υποδομές. Τα ελληνικά βουνά είναι πανέμορφα για τους Ελληνες (όσα δεν έχουν καεί) αλλά για του κατοίκους της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης είναι κάτι το συνηθισμένο όταν έχουν να τα συγκρίνουν, για παράδειγμα, με τις Αλπεις… Το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας είναι η αγροδιατροφή και η χιλιάδων χρόνων ιστορία που αυτή κουβαλάει.
Η Ελλάδα αποτελεί την «Καλιφόρνια της Ευρώπης» με μια βιοποικιλότητα ξεχωριστή (την πιο πλούσια πανίδα και χλωρίδα στη «γηραιά ήπειρο») και δεν είναι ανάγκη να κατασκευάσει μύθους για τα τοπία και τα προϊόντα της γιατί οι μύθοι γεννήθηκαν στην πατρίδα μας.
Ο κ. Ι. Κολλάτος είναι ηλεκτρολόγος μηχανικός, μεταπτυχιακός φοιτητής στη Βιοχημεία- Βιοτεχνολογία.