Η καλλιέργεια γλυκοπατάτας
Η γλυκοπατάτα είναι πολυετές φυτό και κατάγεται από την τροπική Αμερική. Στην Ελλάδα καλλιεργείται σαν μονοετές για τις γλνκιές κονδυλιόδεις ρίζες τον. Είναι πλούσια σε ενέργεια και εφοδιάζει τον οργανισμό με ζάχαρα και άλλους υδατάνθρακες, πρωτεΐνη, ασβέστιο, σίδηρο και άλλα ανόργανα άλατα. Επίσης είναι πλούσια σε βιταμίνες Α και C.
Εχει μακρείς βλαστούς που έρπουν και μεγάλα βαθυπράσινα φύλλα. Τα άνθη του σαν χωνί, όπως της περικοκλάδας, έχουν λευκό ή ιώδες χρώμα και εμφανίζονται όταν το μήκος την ημέρας είναι μικρό.
Οι κόνδυλοι της γλυκοπατάτας δημιονργσύνται καθώς το φυτό εναποθέτει θρεπτικά στοιχεία σε τμήματα ριζών και συνήθως έχουν σχήμα σφαιρικό επίμηκες ή ατρακτοειδές.
Είναι πολύ θερμοαπαιτητικό φυτό. θέλει σχεδόν τροπικές θερμοκρασίες
για να αναπτυχθεί και αυτές θα πρέπει να διατηρούνται για τουλάχιστον 100 μέρες. Δ εν του αρέσει η σκιά και μεταφυτεύεται στο χωράφι 2-3 βδομάδες τουλάχιστον μετά τους τελευταίους παγετούς. Τέλη Απρίλη, αρχές Μάη.
Αντέχει στην ξηρασία, τόσο ώστε μπορεί να αποδώσει και εκεί όπου τα άλλα λαχανικά δεν μπορούν ούτε να βλαστήσουν. Μπορεί να καλλιεργηθεί σε πολλά είδη εδαφών αλλά προτιμά αυτά που στραγγίζουν καλά καίμε οξύτητα 5,5-6,5. Αποδίδει πολύ καλά σε ελαφριά αμμώδη εδάφη. Σε πολύ πλούσια και υγρά δεν ευδοκιμεί, οι κόνδυλοι γίνονται ανώμαλοι και τερατόμορφοι. Αν το έδαφος συγκροτεί υγρασία θα πρέπει να καλλιεργείται σε αναχώματα ή νησίδες.
Στα πολύ ξηρά εδάφη οι αποδόσεις αυξάνονται αν ποτίζουμε συχνά και με μικρές ποσότητες παρά αραιά και με μεγάλες. Λίπανση στη γλυκοπατάτα μπορείνα γίνει με κόμποστ ή ένα αργής απελευθέρωσης γενικό λίπασμα την Ανοιξη. Επίσης μπορεί να γίνει με καλοχωνευμένη κοπριά (2-3 τόνοι /στρέμμα), αλλά αυτή να προστίθεται στο προηγούμενο φυτό.
Γενικά δεν καταναλώνει μεγάλες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων γι’αυτό δεν χρειάζεται συμπληρωματική λίπανση, ίσως 2- 3 ’ψεκασμούς με εκχυλίσματα φυκιών στην καλλιεργητική περίοδο. Δεν θέλει πολύ άζωτο γιατί τα φυτά γίνονται πολύ ζωηρά και οι κόνδυλοι μικροί και ανώμαλοι. Αντίθετα αντιδρά πολύ θετικά στη λίπανση με κάλιο, γι’ αυτό καλό είναι να γίνεται ανάλυση εδάφους πριν την καλλιέργεια και αν υπάρχει έλλειψη να προστίθεται.
γλνκοπατάτα δεν πρέπει να φυτεύεται σε χωράφι που έχει ξανακαλλιερ- γηθεί το ίδιο φυτό αν δεν έχουν περάσει τουλάχιστον 2 χρόνια.
Το έδαφος δεν χρειάζεται να είναι κατεργασμένο σε μεγάλο βάθος, 10-12 cm είναι αρκετά γιατί σχηματίζονται ψηλά.
Τα έρριζα μοσχεύματα φυτεύονται σε όρχους πάνω σε νησίδες (συσσωρευμένο χώμα) ή σε γραμμές στο επίπεδο τον εδάφονς ή καλύτερα σε αναχώματα ύψους 10-15 cm. Οι αποστάσεις φύτευσης που προτείνονται είναι 25-30 cm προς όλες τις διευθύνσεις ) όταν η φύτευση γίνει κατά θέσεις ή αν γίνει σε γραμμές 60-80αη μεταξύ των γραμμών και 30-40 επί των γραμμών.
Τα φυτά μεταφυτεύονται με φντεντήρι (αμέσως μόλις αποσπασθούν από τονς κονδύλους, βραδινές ώρες και με θερμοκρασία 15ο – 20o C, σε βάθος 2,5 με 5 cm.
Αμέσως μετά πρέπει να ποτίζονται για να έρθουν σ’επαφή με το χώμα. Το πότισμα με ιχθυογαλακτώματα ή τσάι ιχθυάλευρων βοηθά τα φντά για ένα καλό ξεκίνημα μετά τη μεταφύτευση.
Το έδαφος θα πρέπει να διατηρείται νγρό αλλά όχι μουσκεμένο μέχρι οι βλαστοί να αρχίσουν να απλώνονται. Μετά ποτίζεται μόνο όταν τα φντά κινδννεύουν να μαραθούν. Κατά τη διάρκεια τον ποτίσματος αποφεύγεται η διαβροχή των φύλλων ειδικά μετά τις αρχές του καλοκαιριού.
Ενα καλό πότισμα περίπου στις αρχές του Αυγούστου όταν αρχίζουν να σχηματίζονται οι κόνδυλοι είναι απαραίτητο ενώ το υπόλοιπο διάστημα το έδαφος πρέπει να διατηρείται σχεδόν στεγνό.
Μέχρι οι βλαστοί της γλυκοπατάτας να καλύψουν το έδαφος για να ελέγχονται τα αγριόχορτα μπορούν να γίνουν 2-3 επιπόλαια σκαλίσματα και ταυτόχρονα παράχωμα των βάσεων των φυτών. Η εδαφοκάλυψη θεωρείται απαραίτητη γιατί εμποδίζει τα αγριόχορτα να βγουν και διατηρεί την υγρασία του εδάφους. Η κάλυψη επίσης τον εδάφονς με μαύρο πλαστικό ζεσταίνει το έδαφος και παρατηρήθηκε ότι ανξάνει την παραγωγή.
Γενικά όσον αφορά την ανάπτυξη των φυτών, βέλτιστες θερμοκρασίες εδάφους θεωρούνται οι μεταξύ 24- 3ο οC και τον αέρα 18 – 35 οC. Επειδή οι έρποντες βλαστοί αναπτύσσουν μικρούς κονδύλους όπου έρχονται σ’επαφή με υγρό χώμα, πρέπει να μετακινούνται από τη θέση τους κατά διαστήματα (αν είναι δυνατόν).
Συγκομιδή
Οι γλυκοπατάτες συνήθως ωριμάζουν με την εμφάνιση των πρώτων παγετών. Τότε το φύλλωμα νεκρώνεται και τις βγάζουμε από το έδαφος αποσπώντας τες από το μητρικό φυτό. Κατόπιν τις αφήνουμε για 2-3 ώρες στην επιφάνεια του εδάφους για να ξεραθούν.
Ακολουθεί η διαλογή των ακατάλληλων (για άμεση κατανάλωση) και το ξεχώρισμα σε μεγέθη.
Αν ο παγετός είναι ελαφρύς δεν έχουν προλάβει να ωριμάσουν οι κόνδυλοι και έχουν καταστραφεί μόνο κάποια φύλλα, τα απο μακρύνουμε αμέσως από το φυτό γιατί οι κόνδυλοι αποκτούν πικρή γεύση και τους αφήνουμε μέσα στο χώμα να ωριμάσουν κι άλλο.
Οταν οι γλυκοπατάτες πρόκειται να αποθηκευτούν γίνεται κάποια ειδική επεξεργασία χωρίς να πλυθούν.
Τοποθετούνται για 10μέρες σε θερμοκρασία 26 – 30 οC (και σχετική υγρασία 90%). Σ’αυτό το διάστημα όσες είναι τραυματισμένες κάτω από το γαλακτώδες υγρό που βγάζουν σχηματίζουν ένα φελλώδες στρώμα που κλείνει την πληγή και εμποδίζει την απώλεια υγρασίας και το σάπισμα. Μετά απ’ αντό το διάστημα μειώνεται σταδιακά η θερμοκρασία μέχρι να φτάσει στους 13 – 15 οC. Πάνω απ’ αυτήν χάνουν πολύ βάρος και κάτω απ’ αυτήν υποβαθμίζεται ηποιότητά τους.
Ο αποθηκευτικός χώρος μπορεί να είναι αποθήκη, υπόγειο ή ένας σωρός στο έδαφος. Σημαντικό είναι να μην ακουμπούν μεταξύ τους. Συνηθισμένα μέσα διατήρησης είναι η άμμος, τοάχυροκαι το πριονίδι. Ετσι διατηρούνται για 4 μήνες. Ιδιαίτερη προσσχή πρέπει να δίνεται στα ποντίκια κατά την αποθήκευση γιατί προξενούν πολύ μεγάλες ζημιές. Αν καταψυχθούν διατηρούνται πάνω από 6 μήνες και σε κονσέρβα πάνω από χρόνο.
Αν οι γλυκοπατάτες παγώσουν (-3 οC) τότε μαυρίζουν στην κοπή ή στο βράσιμο.
Προβλήματα της καλλιέργειας
Μάρανση φυτών – φτωχή ανάπτυξη – προσβολή από σιδηροσκούληκα (εικόνα 2):
Το πρόβλημα αυτό αντιμετωπίζεται με χρήση δολωμάτων από πίτουρα ανακατεμένα με βάκιλο θουριγκιένσις. Τα σκορπίζουμε στην επιφάνεια του εδάφους τη νύχτα. Επίσης μπορούμε να θάψουμε πατάτες σε βάθος 5-10cm και σε απόσταση μισό με ένα μέτρο μεταξύ τους βάζοντας ένα καλάμι για σημάδι. Λειτουργούν σαν παγίδες όπου μαζεύονται οι σιδηροσκώληκες. Τις ξεθάβουμε 2-3 φορές τη βδομάδα και τις αντικαθιστούμε με φρέσκιες. Ενας άλλος τρόπος είναι η απελευθέρωση παρασιτικών νηματωδών στο έδαφος το λιγότερο μια βδομάδα πριν την εγκατάσταση της καλλιέργειας.
Οι ρίζες δεν αναπτύσσονται και παρουσιάζουν μικρά εξογκώματα προσβολή από νηματώδεις:
Για την αντιμετώπισή τους βλέπε τεύχος 4 (καλλιέργεια πατάτας) και τεύχος 5 (καλλιέργεια ντομάτας).
Νεαροί βλαστοί κομμένοι -κρεμμυδοφάγος (εικόνα 3):
Φυσικός εχθρός του κρεμμυδοφάγου είναι ο τυφλοπόντικας. Κάποιοι προτείνουν να βρούμε τις υπόγειες στοές του και να βάλουμε εκεί πετρέλαιο ή στουπιά με πετρέλαιο. Η μυρουδιά τον τους απομακρύνει αλλά μετά από λίγο επανέρχονται ή φτιάχνουν τις στοές τους παραπέρα. Σκόπιμο είναι ακολουθώντας τις στοές τον, να βρούμε την Ανοιξη με αρχές καλοκαιριού τα αβγά ή τα νεογνά του και να τα καταστρέφουμε. Μπορούμε νωρίτερα να τοποθετήσουμε σε συγκεκριμένα σημεία του κήπου κοπριά σαν παγίδα όπου ο κρεμμυδοφάγος προτιμά να γεννήσει τα αβγά τον.
Αποφεύγει το πολύ αφράτο έδαφος γι ’ αντό φροντίζουμε να διατηρούμε αφράτο με σκάλισμα και κατάλληλη σύνθεση. Μπορούμε επίσης γύρω από κει που σπείραμε ή γύρω από τα νεαρά φυτάρια να τοποθετήσουμε συρματόπλεγμα, σε βάθος 35 cm. Μέσα στην περίφραξη διατηρούμε το έδαφος αφράτο. Μια άλλη μέθοδος είναι το πότισμα με ζουμί από το φιυτόγαλατσίδα (Euphorbia Biglandulosa) (εικόνα 4) ή με το φυτό φλώμος (Verbascum) (εικόνα 5). Μέσα σε 100λίτρα νερό ρίχνουμε τεμαχισμένο ένα από τα δύο φυτά, 10 κιλά ή και περισσότερο. Μετά 36 ώρες το στραγγίζουμε και κάνουμε ριζοπότισμα. Αν βρούμε τις στοές του τις γεμίζουμε μ ’αυτό το ζουμί Βγαίνει έξω ναρκωμένο ή πεθαίνει μέσα εκεί. Ψεκασμοί του στελέχους και των φύλλων του φυτού με διάλυμα καυτερής πιπεριάς και σαπουνιού σε νερό απωθεί τον κρεμμυδοφάγο.
Βιολογικό έλεγχο στους κρεμμυδοφάγους κάνουν και οι παρα σιτικοί νηματώδεις (Heterorliabditis heliothidis) που σκορπίζονται στο έδαφος σύμφωνα με τις οδηγίες του παρασκευαστή.
Οι κόνδυλοι της γλυκοπατάτας προσβάλλονται από διάφορους μικροοργανισμούς πον προκαλούν κυρίως σήψεις. Το καλύτερο μέσο πρόληψης γι’ αντές τις ασθένειες είναι η χρήση ανθεκτικών ποικιλιών, η απολύμανση τον σπόρου και η 3ετής ή 4ετής αμειψισπορά.
Κάλιο
Το κάλιο είναι ένα θρεπτικό στοιχείο απαραίτητο για τον σχηματισμό των σακχάρων, του αμύλου και των πρωτεϊνών στα φυτά. Ενεργοποιεί συγκεκριμένα ένζυμα και συμβάλει στην αντοχή των φυτών στις χαμηλές θερμοκρασίες. Δίνει γεύση και χρώμα και είναι ιδιαίτερα απαραίτητο για την ανάπτυξη των ριζωδών φυτών.
Διαχείριση έλλειψης καλίου
Για να καταλάβουμε αν τα φυτά μας έχουν έλλειψη καλίου εξετάζουμε τα φύλλα ξεκινώντας από τα κάτω.
Οταν υπάρχει έλλειψη στο έδαφος τα κατώτερα φύλλα γίνονται γκρίζο-πράσινα εμφανίζουν περιφερειακό κιτρίνισμα ή στίγματα και αργότερα καφετιάζουν και φαίνονται καψαλισμένα.
Τα συμπτώματα μπορεί να είναι πιο έντονα προς το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου καθώς το διαθέσιμο κάλιο μετακινείται στους σχηματιζόμενους καρπούς.
Τα φυτά που υποφέρουν από έλλειψη καλίου εκδηλώνουν μικρότερη αντίσταση στις προσβολές από ασθένειες και στις ακραίες θερμοκρασίες. Επίσης η έλλειψη επηρεάζει και του καρπούς που γίνονται μικροί και κακοσχηματισμένοι.
Το κάλιο ξεπλένεται στα πολύ ελαφριά εδάφη. Μια επέμβαση που θα έδινε άμεσα αποτελέσματα στην έλλειψη καλίου είναι ο ψεκασμός στα φύλλα μ’ ένα υγρό λίπασμα όπως τα ιχθυογαλακτώματα. Γίνεται κάθε βδομάδα μέχρι να εξαφανιστούν τα συμπτώματα. Επίσης βοηθά τα φυτά να αναρρώσουν το ριζοπότισμα με διαλυμένες στάχτες ξύλων σε νερό.
Για μακροπρόθεσμες λύσεις σε μια έλλειψη καλίου προσθέτουμε λιθόθαμνο, σκόνη γρανίτη, φύκια ή ζωική κοπριά στο έδαφος. Επίσης στάχτες από πλατύφυλλα δέντρα μπορούν να προστεθούν οποιαδήποτε στιγμή του χρόνου στο έδαφος.
Επειδή όμως τα θρεπτικά στοιχεία της στάχτης ξεπλένονται γρήγορα τα εκμεταλλευόμαστε καλύτερα αν τα προσθέσουμε στον σχηματισμό του κόμποστ όπως και τον ασβέστη.
Διαχείριση περίσσειας καλίου.
Δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά για να κατεβάσουμε τα επίπεδα καλίου στο έδαφος. Πρώτα θα πρέπει να σταματήσουμε να προσθέτουμε στάχτες, κοπριά ή άλλες πηγές καλίου στο έδαφος για 2-3 χρόνια και δεύτερον να προσθέσουμε αζωτούχα και φωσφορούχα υλικά για να ισορροπήσουμε την περίσσεια καλίου. Και βέβαια θα πρέπει να καλλιεργήσουμε πολλά φυτά για να το απορροφήσουν από το έδαφος.